Μια μέρα ρώτησε ο Πέτρος τον Ιησού:
«Κύριε, πόσες φορές μπορεί να με βλάψει ο αδερφός μου κι εγώ να τον συγχωρήσω; Μήπως επτά φορές;».
«Όχι εφτά, αλλά εβδομήντα φορές εφτά να συγχωρήσεις»,
του είπε ο Κύριος και πήρε αφορμή για να πει την εξής παραβολή:
Η Βασιλεία των Ουρανών μοιάζει με βασιλιά που θέλησε να λογαριαστεί με τους δούλους-χρεώστες του.
Του έφεραν λοιπόν ένα χρεώστη που του όφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα, δηλαδή ένα τεράστιο ποσόν.
Επειδή δεν είχε να τα πληρώσει, διέταξε ο βασιλιάς να πουληθεί αυτός και η γυναίκα του και τα παιδιά του και όλα τα υπάρχοντά τους, για να πληρωθεί το χρέος.
Ο δούλος έπεσε στα γόνατα και παρακάλεσε:
«Κύριε, σπλαχνίσου με και όσα χρωστώ θα σου τα ξεπληρώσω».
Λυπήθηκε ο βασιλιάς τον δούλο, τον άφησε ελεύθερο και του χάρισε το τεράστιο χρέος του.
Ο δούλος εκείνος καθώς έφευγε από το βασιλιά συνάντησε έναν άλλο δούλο ο οποίος του χρωστούσε εκατό δηνάρια, ένα πολύ μικρό ποσό σε σχέση με το δικό του χρέος.
Μόλις τον είδε, τον άρπαξε από τον λαιμό και τον έπνιγε λέγοντας:
«Δώσε μου τώρα αυτά που μου χρωστάς».
Άλλοι δούλοι, που είδαν όσα συνέβησαν, πήγαν στον βασιλιά και του είπαν τα γεγονότα.
Κι εκείνος κάλεσε τον σκληρό δούλο και του είπε:
«Δούλε κακέ και πονηρέ. Εγώ σου χάρισα ένα τεράστιο χρέος επειδή με παρακάλεσες. Δεν έπρεπε κι εσύ να ελεήσεις τον σύνδουλό σου;».
Και τον παρέδωσε θυμωμένος στους βασανιστές για να τον τιμωρούν, ώσπου να δώσει όσα χρωστούσε.
«Έτσι θα πράξει κι ο Πατέρας μας ο Ουράνιος σε καθένα που δεν συγχωρεί μέσα από την καρδιά του τον αδελφό του για κάτι που τον στεναχώρησε».
Μ’ αυτά τα λόγια τελείωσε ο Κύριος αυτή την πολύ διδακτική παραβολή.